Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Προσ-κόμματα


  • O συγγραφέας αναζητά το αποτύπωμα της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα στα όρια της γλώσσας. Ο καλός συγγραφέας αναζητά απάτητες περιοχές προς εξερεύνηση ή, όποτε αυτό δεν είναι εύκολο –που είναι και το σύνηθες–, ακολουθεί μονοπάτια που άνοιξαν άλλοι δίνοντας μια καινούργια καταγραφή της διαδρομής. Η ματιά του, το ξεχωριστό ύφος του είναι αυτό που δικαιώνει το εγχείρημα.
  • Το μόνο εργαλείο που διαθέτει ο συγγραφέας στην περιπέτεια της μέτρησης του κόσμου είναι η γλώσσα. Γι’ αυτό μετράει τα λόγια του. Γι’ αυτό γίνεται τόσο σχολαστικός με τα εξαρτήματα αυτού του ευαίσθητου οργάνου. Γι’ αυτό μάχεται για τις μετοχές του. Γι’ αυτό έχει άποψη για τη χρήση της άνω τελείας. Γι’ αυτό ξαγρυπνά για ένα κόμμα.
  • Ο συγγραφέας δεν παύει να είναι πολίτης. Αρκετές φορές στο παρελθόν συγγραφείς κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε τηλεοπτικά πάνελ και να σχολιάσουν την πολιτική επικαιρότητα, με στόχο –υποθέτω– να σπάσουν τη μονοτονία της ξύλινης γλώσσας των εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου.
  • Η κρισιμότητα των εκλογών του Μαΐου φαίνεται πως ώθησε κάμποσους συγγραφείς να πάρουν ενεργά μέρος στην προεκλογική μάχη. Οι περισσότεροι αρκέστηκαν σ’ αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα: έγραψαν τις απόψεις τους, σε εφημερίδες, blogs, μαχητικά ποστς και ευρηματικά …τουίτς. Άλλοι πάλι αποφάσισαν να θέσουν τον εαυτό τους στην κρίση των εκλογέων, κατεβαίνοντας ως υποψήφιοι βουλευτές.
  • Η ελπίδα πως αυτό θα σηματοδοτούσε μια τάση ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού διαψεύστηκε πολύ γρήγορα. Αφενός γιατί κριτήριο υπήρξε και εδώ η τηλεοπτική αναγνωρισιμότητα, κριτήριο που έχει καταστήσει τα έδρανα της Βουλής σκηνικό σαπουνόπερας. Αφετέρου γιατί ήδη η συμμετοχή συγγραφέων-υποψήφιων βουλευτών σε προεκλογικές συζητήσεις με εκπροσώπους πολιτικών κομμάτων υπήρξε, δυστυχώς, μάλλον απογοητευτική.
  • Αλλού η παρουσία τους ήταν άχρωμη και άοσμη, καθώς οι κοινές τραπεζικές μετοχές με δικαίωμα ψήφου δεν είναι ακριβώς το είδος των μετοχών που παίζουν στα δάχτυλα οι συγγραφείς. Αλλού γιατί η κατάχρηση της δημοσιογραφικής άνω τελείας καταδικάζει την ευκρίνεια και την ευλυγισία του λόγου που υπηρετούν τα υπόλοιπα σημεία στίξης.
  • Ο συγγραφέας που εκπροσωπεί πολιτικό κόμμα σε τηλεοπτική, ιδίως, συζήτηση πρέπει να ζει ένα δράμα. Κι αυτό γιατί πρέπει να μιλήσει στη γλώσσα του κόμματος. Γλώσσα συχνά αλύγιστη, γλώσσα που ενίοτε εσκεμμένα υπεκφεύγει και αοριστολογεί, γλώσσα που κάποτε μασάει τα λόγια της…
  • Ο συγγραφέας, φοράει δεν φοράει γραβάτα, ασφυκτιά μέσα στο στενό κομματικό κοστούμι. Η νευρικότητά του δύσκολα κρύβεται. Χάνει κι αυτό ακόμα το χιούμορ του, σαν τον μοιχό που πιάστηκε επ’ αυτοφώρω. Κι όταν κάποτε οι λογοτεχνικές αναφορές του, αντί να εκτιμηθούν, γίνουν αντικείμενο χλεύης από εκπρόσωπο αντίπαλου κόμματος, ο συγγραφέας εξανίσταται και καταφεύγει –φεύ!– στην πανάρχαια γλώσσα του σώματος.

Για τον συγγραφέα ένα είναι το κόμμα! 



ΥΓ: Αυτό ήταν το τελευταίο κείμενο που δημοσίευσα στη στήλη "ANARTIST" του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ, λίγο πριν κλείσει οριστικά. Το κείμενο είχε γραφτεί μια ανάσα πριν τις εκλογές του '12 με αφορμή τη σύγκρουση του Π. Τατσόπουλου σε τηλεοπτική "συζήτηση" με τον μετέπειτα πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, Στ. Σταυρίδη, ο οποίος -για όσους θυμούνται- αποπέμφθηκε κακήν κακώς, όταν αποδείχτηκε ότι είχε ταξιδέψει με το λίαρ τζετ του Δ. Μελισσανίδη λίγο καιρό μόλις μετά την ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ.

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Ashes to ashes


Οι στάχτες του Λιούις ταξίδεψαν -παρανόμως- πάνω από τον Ατλαντικό κλεισμένες μέσα σ' ένα μικρό τάπερ, τυλιγμένο σε πλαστική σακούλα, στριμωγμένο ανάμεσα στα εσώρουχα της Μιλένας. Επιθυμία του ήταν ένα μέρος τους να σκορπιστεί στο πατρικό του, στο Μέιν, κι ένα άλλο, μικρότερο, να σκορπιστεί στην αγαπημένη του Νίσυρο.
Μαζευτήκαμε καμιά εικοσαριά πίσω από το κουφάρι του εγκαταλειμένου ξενοδοχείου, στην άκρη του χωριού. Συγκινημένοι όλοι. Η Μιλένα έβγαλε τη σακούλα, χωρίς να μπορέσει να αποφύγει μια κακία για την επιλογή του τάπερ. Πίστευε ακράδαντα πως αποτελούσε ένα κακόγουστο εκδικητικό αστείο εκ μέρους της Βάλερι, της δεύτερης γυναίκας τους Λιούις, που, με τη σειρά της, πίστευε πως η κόρη τους, η πεντάχρονη Λέιλα, είχε αδικηθεί στη μοιρασιά απέναντι στον Άαρον, τον εικοσιδυάχρονο γιο του Λιούις από τον πρώτο του γάμο.
Το ταπεινό τάπερ παραδόθηκε ευλαβικά στον Τζιοβάνι, που είχε υπάρξει φοιτητής και μετέπειτα στενός φίλος του μακαρίτη. Ο Τζιοβάνι μπήκε στο νερό μέχρι τα γόνατα και αφού σιγουρεύτηκε για την κατεύθυνση του ανέμου -οι περισσότεροι από τους παρόντες, ως κινηματογραφιστές, είχαν υπόψη τους τη σχετική σκηνή από τον Μεγάλο Λεμπόφσκι- σκόρπισε, παρανόμως μεν τελετουργικά δε, τις λιγοστές στάχτες (υπολόγισα ότι αντιστοιχούσαν, ας πούμε, σ’ ένα πόδι) στην ακρογιαλιά των Πάλων.
Κάποιοι είπαν από δυο κουβέντες, ο Τζιοβάνι αποφόρτισε το κλίμα με ένα μετρημένο αστείο, κάποιοι έμειναν να κοιτάνε τα νερά, ενώ κάποιοι άλλοι πήραν αργά, όπως άρμοζε στην περίσταση, τον δρόμο της επιστροφής.

Το επόμενο βράδυ, φάγαμε φρέσκο φαγκρί στην Αστραδενή. Το είχε βγάλει εκείνο το πρωί ο Στεφανής, ο αδερφός της. Μοιραστήκαμε το κεφάλι με τον Τζιοβάνι. Κοιτώντας τον να γλείφει μεθοδικά τα δάχτυλά του δεν μπόρεσα να αποφύγω τη σκέψη πως ίσως και να μεταλαμβάναμε τον πρόωρα χαμένο φίλο μας.  


ΥΓ: Ακόμα ένα Σουβενίρ από την Κόλαση.

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Ευχές


Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση πάνω από τους μισούς κατοίκους της χώρας δηλώνουν πως θα έφευγαν, αν τους δινόταν η ευκαιρία. Όπως και οι κάτοικοι του πανέμορφου, μισοερειπωμένου χωριού της Νισύρου, όπου τραβήχτηκε η παραπάνω φωτογραφία. 

Εύχομαι η ευφάνταστη προστακτική της πινακίδας να μην εκληφθεί ως προτροπή υλοποίησης της δημοσκοπικής απειλής, αλλά ως πικρό χιούμορ και μόνον. 

Εκτός κι αν θεωρήσουμε πως απευθύνεται στη διάχυτη απαισιοδοξία, τον φόβο και τη μιζέρια... Ναι, καλύτερα έτσι!